-
1 τραγῳδέω
2 c. acc. objecti, represent or exhibit in tragedy, τινας Id.Th.85;τ. τὴν Ἀνδρομέδαν Luc.Hist.Conscr.1
;τὰ παιδία.. τ. ὅτι ἂν ἴδῃ καὶ θαυμάσῃ Arr.Epict.3.15.5
:—[voice] Pass., to be made the subject of a tragedy, Isoc. 9.6, 15.136, Str.9.5.22, etc.; famous in tragedy,Plu.
Alex.35; subjects of tragedy,Id.
2.837c.3 metaph., make famous or well known, τὸ τάχιστον τετραγῳδημένον ἐν τῷ διώκειν, of Achilles, Arist.Ph. 239b25;ὅσα περὶ τὸ πρόσωπον φαίνεται τετραγῳδημένα κατὰ τὸ προγνωστικὸν ὑφ' Ἱπποκράτους Steph. in Gal.1.246D.
II metaph., tell in tragic style, declaim,ἡλίκα νῦν ἐτραγῴδει D.18.13
, cf. 19.189; ὀνόματα τ. dress up words, Pl.Cra. 414c:—[voice] Pass., ib. 418d, Phld.Oec.p.24J.; also, exaggerate, τραγῳδεῖν ἂν δόξειε μᾶλλον ἢ ἀληθεύειν would seem to be romancing, Gal.UP 16.4; μὴ τ. τὸ πρᾶγμα (sc. τὸ ἀποθανεῖν), ἀλλ' εἰπὲ ὡς ἔχει Arr.Epict.4.7.15
; στολαὶ τετραγῳδημέναι exlravagant, flaunting robes, Antiph.36; pompous, braggart,D.S.
5.31.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τραγῳδέω
См. также в других словарях:
τραγωδώ — τραγῳδῶ, έω, ΝΜΑ [τραγῳδός] απαγγέλλω ένα κείμενο με τραγικό τόνο νεοελλ. είμαι τραγωδός μσν. αρχ. τραγουδώ, άδω αρχ. 1. παρουσιάζω τραγωδία στη σκηνή και, κυρίως, παριστάνω κάτι σε τραγωδία 2. μτφ. α) κάνω κάτι γνωστό, τό κοινοποιώ β) υπερβάλλω… … Dictionary of Greek